Η πιο μακρινή ακτή
Οι δράκοι είχαν πετάξει ψηλά, και διέγραφαν κύκλους ψηλά στον αέρα σαν τους γύπες. Ούτε ένας τους δεν εφόρμησε ξανά στη βάρκα. Μερικές φορές φώναζαν ο ένας στον άλλον, με ψιλές και δυνατές φωνές μέσα στις ριπές του ανέμου, αλλά αν υπήρχαν λέξεις σ' αυτές τις κραυγές ο Άρεν δεν μπορούσε να τις ξεχωρίσει. Η βάρκα έκανε το γύρο ενός κοντού ακρωτηρίου, κι ο Άρεν είδε στην ακτή κάτι που για μια στιγμή νόμισε ότι ήταν ένα ερειπωμένο κάστρο. Ήταν ένας δράκος.